Ευαλωτότητα: αλλάζοντας το πώς βλέπουμε τον ψυχικό πόνο

Ευαλωτότητα: αλλάζοντας το πώς βλέπουμε τον ψυχικό πόνο

Ευαλωτότητα: αλλάζοντας το πώς βλέπουμε τον ψυχικό πόνο

Γράφει η Ειρήνη Καραβασίλη           

Τα τελευταία χρόνια βιώνουμε πιο πολύ από ποτέ την εποχή της ανθεκτικότητας. Εξυμνείται η σωματική, ψυχική και νοητική δύναμη. Οι άνθρωποι κάνουν το καλύτερο που μπορούν ώστε να φτιάξουν σώματα που αντέχουν, ψυχές που δεν πονάνε και εγκεφάλους που δεν είναι δέσμιοι προβλημάτων. Τόσο σε επίπεδο επίσημης γλώσσας, όσο και στο επίπεδο της καθημερινού λεξιλογίου, φαίνεται να επικρατεί μία αφήγηση που θέλει τους ανθρώπους σκληροτράχηλους, δυναμικούς, που να βασίζονται μόνο στον εαυτό τους και αυτό να είναι αρκετό. Θαυμάζουμε αυτούς που τρέχουν την κούρσα της ζωής με υψηλές ταχύτητες. Που δεν αφήνουν κανέναν εμπόδιο να τους σταματήσει. Που πέφτουν και γρήγορα ξανασηκώνονται για να συνεχίσουν να τρέχουν. Και καλά κάνουμε, διότι είναι, όντως άξιοι θαυμασμού. Τί γίνεται, όμως, όταν κάποιος προτιμάει να μην ξανασηκωθεί αμέσως, να μείνει για λίγο κάτω; Τι γίνεται όταν εμφανίζεται η ευαλωτότητα; Γιατί νιώθουμε τόσο αμήχανα με ανθρώπους που «τα παρατάνε»;

Η ευαλωτότητα ως βάρος

Παρατηρείται μία αυξημένη χρήση των εννοιών της θετικής σκέψης, της ενδυνάμωσης, της ψυχικής ανθεκτικότητας. Παράλληλα δαιμονοποιείται η ευαλωτότητα. Το να είσαι ευάλωτος είναι ξεκάθαρα και απόλυτα κάτι κακό που πρέπει να κρατάει λίγο. Υπάρχει, φυσικά, κατανόηση, αλλά περισσότερο με τη μορφή οίκτου. Επιτρέπεται να πονάς, αλλά αυτός ο πόνος οφείλει να φύγει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Όσο κρατήσει οφείλεις να τον διαχειριστείς στωικά και με αξιοπρέπεια, να μην καταλάβουν οι άλλοι πως δεν είσαι καλά, να μην σε θεωρήσουν ευάλωτο.

Αυτή η επικρατούσα αφήγηση, φέρνει τους ανθρώπους που βιώνουν κάποια μορφή ψυχικού πόνου σε μία αρκετά άβολη θέση. Στην ήδη δύσκολη κατάσταση, προστίθενται ενοχές για το πώς νιώθουν και άγχος για την εικόνα που θα σχηματίσουν οι άλλοι γι’ αυτούς. Μία αίσθηση ότι πρέπει να βιαστούν να ξεπεράσουν ό,τι είναι αυτό που τους πονάει. Ο ψυχικός πόνος, γίνεται, λοιπόν, ακόμα πιο έντονος και άρα ακόμα πιο δύσκολο να ξεπεραστεί. Τα προαναφερθέντα συναισθήματα αυξάνονται. Έτσι δημιουργείται ένας κύκλος, ο οποίος αφήνει το άτομο μετέωρο, να μην ξέρει τι να κάνει.

Αποδέχομαι την ευαλωτότητα  

Στον αντίποδα των παραπάνω βρίσκεται η επιλογή του να δούμε την ευαλωτότητα ως κάτι φυσιολογικό. Μπορεί να συνυπάρχει με την ανθεκτικότητα, χωρίς να θεωρείται το ένα απόλυτα κακό και το άλλο απόλυτα καλό. Μία οπτική που επιτρέπει στους ανθρώπους που πονάνε να πάρουν τον χρόνο που χρειάζεται για να βιώσουν τον πόνο τους. Να πατήσουν μία παύση στην προσπάθεια να τον ξεπεράσουν. Να ξαπλώσουν με τα χέρια ανοιχτά στο γήπεδο του στίβου και να πουν «τα παρατάω». Αυτοί οι άνθρωποι είναι τόσο άξιοι θαυμασμού όσο κι εκείνοι που αμέσως σηκώνονται και συνεχίζουν να τρέχουν. Διότι θέλει θάρρος το να βιώσεις τον πόνο σου σε όλες τις πτυχές του, ίδιο θάρρος που θέλει και το να τον ξεπεράσεις.

Έτσι κι αλλιώς, όλοι μας έχουμε βιώσει κατά καιρούς την ευαλωτότητα, είτε με τον έναν είτε με τον άλλον τρόπο. Μπορεί να έχουμε αισθανθεί ότι δεν μπορούμε άλλο να προσπαθήσουμε για μία σχέση, ότι δεν έχουμε κουράγιο να δουλέψουμε σκληρά για χτίζουμε την καριέρα μας. Ακόμα ακόμα ότι μετά βίας σηκωνόμαστε από το κρεβάτι για να εκπληρώσουμε τις βασικές υποχρεώσεις μας. Το να κατακρίνουμε και να πιέζουμε τον εαυτό μας να συνεχίσει την προσπάθεια, ενώ αυτός μας ζητάει ένα διάλειμμα, δύσκολα θα ωφελήσει. Οι τύψεις και οι ενοχές ναι μεν μας βοηθάνε να διατηρούμαστε σε εγρήγορση και να προσπαθούμε συνεχώς για το καλύτερο, αλλά είναι μεγάλο βαρίδιο. Κάποιες φορές χρειάζεται απλά να ξαπλώσουμε στη μέση του γηπέδου με τα χέρια ανοιχτά και να αναφωνήσουμε “ΘΕΛΩ ΝΑ ΤΑ ΠΑΡΑΤΗΣΩ”!! Και ποιος ξέρει, ίσως μετά σηκωθούμε με περισσότερη ενέργεια. Ενέργεια προερχόμενη από ξεκούραση και φροντίδα και όχι από πίεση και ενοχές.

Τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε κάποιον σε μία ευάλωτη στιγμή;

Κάποιες φορές, λοιπόν, ειδικοί ψυχικής υγείας και μη, μπορεί να χρειάζεται να βοηθήσουμε έναν άνθρωπο να γίνει πιο ανθεκτικός εάν αυτό επιθυμεί. Κάποιες άλλες, μπορεί να χρειάζεται να του επιτρέψουμε να παραμείνει ευάλωτος και να τον συνοδεύσουμε στον πόνο του, χωρίς να νιώθουμε αμήχανα γι’ αυτό. Αυτό που οφείλουμε, όμως, να έχουμε στο μυαλό μας είναι ότι κανένα από τα δύο δεν είναι πάντα η σωστή ή πάντα η λάθος επιλογή.