Η underground εξήγηση του μαλακομαγνήτη

Η underground εξήγηση του μαλακομαγνήτη

Η underground εξήγηση του μαλακομαγνήτη

Γράφει ο Γιώργος Νικολάου                [button link=”https://m.me/GiorgosNikolaou.Psy” color=”silver” newwindow=”yes”] Στείλτε μήνυμα στο συγγραφέα (Μessenger)[/button]

Το φαινόμενο του “μαλακομαγνήτη”, μάλλον το έχετε ακούσει μεταξύ σοβαρού και αστείου. Από urban legend, μέχρι μεταφυσικό αστείο, η ιδέα ή παρατήρηση ότι κάποιοι άνθρωποι “έλκουν” προβληματικούς συντρόφους, σαν μαγνήτες, δεν είναι κάτι σπάνιο.

Συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο; Και, αν ναι, είναι μια άδικη μεταφυσική κατάρα που κουβαλάνε κάποιοι στους ώμους τους, ή κάτι πιο λογικό και κατανοητό; Η εμπειρία μου λέει, πως όχι μόνο συμβαίνει. Είναι και κάτι που συμβαίνει χωρίς να το καταλαβαίνουμε και χωρίς να φταίμε

Η θεωρία του δεσμού

Πριν σας εξηγήσω τι εννοώ, ας δούμε μια θεωρία που ήδη υπάρχει για το μαλακομαγνήτη. Ναι, κι όμως, έχουν προσπαθήσει κι άλλοι να εξηγήσουν το φαινόμενο. Και αρκετά σωστά μάλιστα. Η πιο διαδεδομένη και πιο τεκμηριωμένη από διάφορες θεωρίες, είναι αυτή του τύπου δεσμού, που λέει το εξής απλό και λογικό: 

Όλοι μας, μεγαλώνουμε σε ένα είδος οικογένειας, ακόμα και μεταφορικά για κάποιους. Το είδος των δεσμών που αναπτύσσουμε εκεί, βασίζεται στο πώς είναι σαν άνθρωποι οι βασικοί χαρακτήρες. Δηλαδή κατά κύριο λόγο οι γονείς μας. Άλλοι αυστηροί και κυριαρχικοί, άλλοι ευαίσθητοι, άλλοι χειριστικοί και πονηροί κλπ κλπ. Ο καθένας με τα δικά του χαρακτηριστικά, μοναδικός, αλλά όλοι άνθρωποι. Με πολλά και, συχνά, μεγάλα προβλήματα.

Μέσα σε αυτά τα χρόνια, μεγαλώνοντας στην οικογένεια, τι γίνεται λοιπόν; Η αγάπη που έχουμε για τους γονείς και γενικά τα κοντινά μας πρόσωπα, συνδέεται μέσα στο μυαλό μας με τα χαρακτηριστικά τους. Έτσι, μαθαίνουμε να αγαπάμε π.χ. αυστηρούς ανθρώπους, αν κάποιος γονιός μας έχει αρκετά αυτό το χαρακτηριστικό. Η αυστηρότητα γίνεται κάτι οικείο, ενώ παράλληλα μαθαίνουμε να προσαρμοζόμαστε σε αυτήν, με το να είμαστε ας πούμε τυπικοί και προσεκτικοί. Αρχίζει να μας αρέσει αυτός ο δρόμος, και αρχίζουμε να αρέσουμε σε άλλους αυστηρούς ανθρώπους, γιατί ταιριάζουμε σε αυτό που προσδοκούν από εμάς.

Περνάμε χρόνια, εκπαιδεύοντας συνεχώς τον εαυτό μας να ταιριάζουμε με κάποιον άλλον. Έτσι, αρχίζουμε να αναζητάμε αυτά τα χαρακτηριστικά παντού. Όχι μόνο στο σύντροφό μας, αλλά και σε φίλους μας, συναδέλφους κλπ. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, η αυστηρότητα γίνεται κάτι “οικείο” και όμορφο. Έτσι, μας αρέσουν οι “αυστηροί” και εμείς αρέσουμε σε αυτούς, γιατί έχουμε προετοιμαστεί κατάλληλα.

Το κομμάτι που λείπει

Καλά μέχρι εδώ; Δεν ακούγεται πολύ παράξενο, σωστά; Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα, που δεν εξηγεί αρκετά η προηγούμενη θεωρία:
μπορεί να είμαστε συνηθισμένοι σε κάποιο χαρακτηριστικό, δεν είμαστε ηλίθιοι όμως… 

Όταν συναντάμε αυτό το χαρακτηριστικό σε προβληματική ένταση, θα έπρεπε να μπορούμε να καταλάβουμε ότι είναι υπερβολικό. Αυτό δε συμβαίνει πάντα, και δε φαίνεται ικανοποιητική η εξήγηση ότι το έχουμε συνηθίσει. Σίγουρα σας έχει τύχει, να μπορούν να το παρατηρήσουν άλλοι, να το αναφέρουν στο ίδιο το άτομο, αλλά να μην το καταλαβαίνει. Επίσης, κάποιες φορές, δε μας έλκει το ίδιο χαρακτηριστικό, αλλά κάποιο άλλο προβληματικό χαρακτηριστικό, που δεν είχαμε συνηθίσει από πριν Άρα, αυτά πώς εξηγούνται; Δεν μπορεί η συνήθεια, έστω και πολλών ετών, να μας τυφλώνει τόσο. Κάτι άλλο παίζει…

Η underground ζυγαριά του παραλόγου

Αυτό που μέσα από την εμπειρία μου έχω δει να ολοκληρώνει το παζλ, είναι το εξής: 

Εκτός από το να συνηθίζουμε κάποια χαρακτηριστικά των κοντινών μας ανθρώπων, καθώς μεγαλώνουμε, συμβαίνει και κάτι ακόμα. Τους αξιολογούμε ή τους κρίνουμε. Δηλαδή, τους βάζουμε έναν “βαθμό”, πόσο καλοί ή κακοί είναι προς εμάς και πόσο εμείς τους “αγαπάμε” για αυτό. 

Αυτό, φυσικά, δε γίνεται συνειδητά, ούτε με βάση τη λογική μας. Γίνεται διαισθητικά και κατευθυνόμενο κυρίως από το πώς νιώθουμε για αυτούς. Τώρα, μεγάλη συζήτηση για το πώς μπορεί να νιώθουμε για κάποιον δικό μας, που ξεφεύγει από το πόσα μπορώ να γράψω εδώ. Σίγουρα, όμως, δε μιλάμε για 1 συναίσθημα, αλλά για πολλά και αντικρουόμενα μεταξύ τους.

Μόνο για την οικονομία της συζήτησης, ας κάνουμε μια σχεδόν ανόητη απλούστευση. Ας πούμε ότι σε αυτήν την κλίμακα “καλός – κακός” μπορούμε να τοποθετήσουμε κάπου τους γονείς του ο καθένας. Και ας πούμε ότι οι δικοί μου βρίσκονται και οι δύο στο 6/10. Αυτό που διαμορφώνει πολύ το τοπίο στις σχέσεις μας ξέρετε τι είναι;

Δεν αντέχουμε, σχεδόν με τίποτα, οι νέες σχέσεις μας (σύντροφοι, φίλοι, οποιοσδήποτε) να είναι πολύ “καλύτερες” από τους σημαντικούς δικούς μας.

Γιατί έχουμε τέτοιο “κόφτη” καλοσύνης;

Whaaat? Ξέρω ότι ακούγεται περίεργο, σχεδόν χαζό και πολύ απαισιόδοξο, αλλά σκεφτείτε το λίγο. Το μυαλό μας είναι ένα θαυμάσιο εργαλείο και θα κάνει τα πάντα για να είμαστε καλά. Να μην πεθάνουμε και να μην πονάμε, σωματικά και ψυχικά. Το να ανακαλύψουμε ξαφνικά, στα 30 μας π.χ., ότι υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω με περισσότερη κατανόηση, στοργή, υπευθυνότητα, υποστηρικτική στάση, ενδιαφέρον, χρόνο, ή ή ή (ακολουθεί ατελείωτη λίστα…) πώς θα μας έκανε να νιώθουμε για τα παλιότερα σημαντικά πρόσωπα

Ατελείωτα εξοργισμένοι, βαθιά θλιμμένοι, βασανιστικά ένοχοι και άλλα…  Όχι, όχι, όχι! Το μυαλό μας, απλά λέει όχι σε κάτι τέτοιο και μας κλείνει την πόρτα. Ή τα μάτια κάποιες φορές. Έτσι, μπορεί να έχουμε δίπλα μας έναν πολύ “καλό” άνθρωπο, αλλά να μας μοιάζει βαρετός και να τον απορρίπτουμε, ενώ να μας κεντρίζει το ενδιαφέρον ένας πιο προβληματικός. Γιατί αν εγώ έβρισκα μια σύντροφο που θα έπαιρνε 9/10 στην προηγούμενη αυθαίρετη κλίμακα, πώς θα ένιωθα άραγε για τους γονείς μου;

Φυσικά, καταλαβαίνετε πως σε όλο αυτό, υπάρχει τεράστια δόση υποκειμενικότητας, δεν υπάρχει καλός και κακός, δεν υπάρχει τέτοια κλίμακα, δεν υπάρχουν οι ιδανικοί άλλοι. Όλο αυτό βασίζεται κυρίως στο πώς νιώθουμε και όχι σε μια αντικειμενική αποτίμηση. Έτσι, μπορεί τελικά κάποιος να συμπεριφέρεται πολύ πιο προβληματικά από κάποιον άλλον, αλλά εμείς να τον θεωρούμε “καλύτερο”.

Άρα; Είμαστε καταδικασμένοι στο “όχι καλύτερο”;

Δε σας έφερα σε αυτήν την άβολη θέση για να σας αφήσω σε απόγνωση. Υπάρχει κάτι που μπορούμε να κάνουμε, για να απενεργοποιήσουμε αυτό το ηλίθιο σύστημα, που μας βάζει όριο στο πόσο “καλούς” συντρόφους μπορούμε να βρούμε. 

Το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε, είναι να βρούμε έναν τρόπο για να αντέξουμε αυτά τα επώδυνα ή ενοχλητικά συναισθήματα που νιώθουμε, όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με όλα τα παραπάνω. Μπορεί να είναι κάτι που θα καταφέρουμε μόνοι μας, με τη βοήθεια και την υποστήριξη φίλων, οικογένειας, συντρόφων, με τη βοήθεια της πίστης, με τη δύναμη του μυαλού μας ή με τη βοήθεια ενός ψυχοθεραπευτή. Το αφήνω πάνω σας. Δεν έχει σημασία πώς. Σημασία έχει να τα καταφέρετε. 

Αν μπορέσετε να αντέξετε τη θλίψη, τον πόνο και όλα τα υπόλοιπα ενοχλητικά συναισθήματα, για άβολες αλήθειες που έχουν να κάνουν με εσάς και τους δικούς σας, έχετε κάνει το πρώτο και πιο σημαντικό βήμα. Μετά, μπορείτε επιτέλους να σταματήσετε να κρίνετε τον εαυτό σας και τους άλλους και να καταργήσετε εκείνη την αυθαίρετη κλίμακα καλοσύνης. Και τότε, θα μπορείτε, σχεδόν αντικειμενικά, να αναγνωρίσετε τα θετικά και τα αρνητικά γνωρίσματα του συντρόφου σας, του εαυτού σας και όλων των υπολοίπων.

1 Comments Hide Comments

[…] Είναι λοιπόν σημαντικό να μείνετε μαζί μας, για να δούμε κάποια πράγματα που πρέπει να έχετε υπόψιν σας! Τα λεγόμενα red flags, είναι κάποια προειδοποιητικά καμπανάκια θα λέγαμε, τα οποία χτυπούν και μας λένε ότι κάτι δεν πάει και τόσο καλά. Είναι συμπεριφορές του άλλου που μπορεί να μην μας φαίνονται περίεργες εξαρχής (αφού όλα μας φαίνονται τέλεια), αλλά που αργά η γρήγορα θα βρούμε μπροστά μας!  […]

Comments are closed.